Κυριακή 10 Ιουλίου 2011

Ο βασιλιάς άνεμος και η βασιλοπούλα!!

Μια φορά κι ένα καιρό, ήταν ένας βασιλιάς που είχε ένα γιο και μια κόρη. Ο γιος έλαμπε σαν τον ήλιο και η κόρη ήταν όμορφη σαν το Άστρο της Αυγής.
Μεγάλο καμάρι ένοιωθε ο βασιλιάς για τα παιδιά του κι από όπου περνούσαν όλοι κάθονταν και τα θαύμαζαν.
Μια μέρα, ενόσω έκαναν βόλτα με το αμάξι και οι τρεις, φύσηξε ένας δυνατός άνεμος, και για λίγο σηκώθηκε τέτοια σκόνη που τίποτα δεν έβλεπαν μπροστά τους.
Έπειτα από λίγο, όταν όλα ησύχασαν, ανακάλυψαν ότι η βασιλοπούλα είχε χαθεί, λες και τη κατάπιε η γη.
Όσο κι αν έψαξαν, δεν βρήκαν ούτε ίχνος της όμορφης κοπέλας. 
Ο βασιλιάς ήταν απαρηγόρητος και η χώρα έπεσε σε βαρύ πένθος. Μεγάλες τιμές και πλούτη έταξε ο δύστυχος πατέρας, σε όποιον του έβρισκε τη κόρη του.
Αλλά δυστυχώς, όσοι κι αν έψαξαν δε βρήκαν τίποτα!
Μια μέρα όμως το βασιλόπουλο, που κι εκείνο ήταν δυστυχισμένο μια και του έλειπε η αγαπημένη του αδελφή, δεν άντεξε την αναμονή. 
Πήγε στο πατέρα του και του είπε:
-Πατέρα εγώ θα ψάξω παντού, σε ολόκληρο το κόσμο αν χρειαστεί, θα βρω την αδελφή μου και θα τη φέρω πίσω.
-Μα κι αν συμβεί κάτι και χάσω και σένα αγόρι μου;;.....είπε με αγωνία ο βασιλιάς.
-Μην ανησυχείς πατέρα θα τα καταφέρω και γρήγορα θα μας έχεις και τους δύο πίσω.
Το βασιλόπουλο ξεκίνησε. Περιπλανήθηκε σε βουνά και σε κάμπους, σε πολιτείες και σε κάστρα, σε χωριά και σε καλύβια, ρωτώντας παντού για τη βασιλοπούλα. Μάταια όμως!
Κανείς δεν ήξερε κάτι.
Μια μέρα έφτασε σε μια μεγάλη λίμνη, απ' όπου πέταξαν αγριόπαπιες. Το βασιλόπουλο σήκωσε αμέσως το όπλο του και σημάδεψε τη πιο μεγάλη.
Μα τα έχασε σαν η πάπια με κανονική φωνή, φώναξε:
-Μη ρίχνεις. Μπορεί μια μέρα να σου φανώ χρήσιμη.
-Και πώς θα μπορούσες εσύ να μου φανείς χρήσιμη;;...ρώτησε το βασιλόπουλο.
-Ξέρω που πηγαίνεις και τι ψάχνεις! Ψάχνεις την αδελφή σου. Εγώ από εδώ ψηλά έχω δει ποιος έχει την αδελφή σου φυλακισμένη! Βρίσκεται στο πύργο του βασιλιά Ανέμου.
Το βασιλόπουλο ξαφνιάστηκε, και είπε στη πάπια ότι όχι μόνο δε θα της ρίξει, αλλά δε θα ξανακυνηγήσει πάπιες ποτέ του!
Συνέχισε το δρόμο του, και προχωρώντας είδε ένα λόφο να υψώνεται μπροστά του. Έκανε κάμποση ώρα μέχρι να καταλάβει ότι ο λοφίσκος, δεν ήταν τίποτα άλλο από μία μυρμηγκοφωλιά. Σήκωσε το ραβδί του για να τη χαλάσει, μα παρουσιάστηκε μπροστά του ένα φτερωτό μυρμήγκι και του είπε:
-Μη χαλάσεις άρχοντα μου το σπίτι μας. Κι εμείς μπορεί να σου το ξεπληρώσουμε μια μέρα.
Πάλι ξαφνιάστηκε το βασιλόπουλο, σαν άκουσε ότι του μιλούσε ένα μυρμήγκι και του έλεγε τέτοια λόγια. Δεν πείραξε τη φωλιά, και έκανε παράκαμψη στο δρόμο του, ώστε να μην ενοχλήσει τα μυρμήγκια.
Προχωρούσε, προχωρούσε, κουρασμένο και απογοητευμένο το παλικάρι, και ξαφνικά ένα κούτσουρο έγινε η αιτία να μπερδευτεί και να πέσει κάτω.
Στη στιγμή νευριασμένος, έβγαλε το σπαθί του να σκίσει το κούτσουρο στα δύο.
Τον σταμάτησε μια φωνή που του μιλούσε.
-Μη χαλάσεις αυτό το κούτσουρο παλικάρι μου. Είναι το σπίτι μας.
Το βασιλόπουλο βλέπει μπροστά του μια μέλισσα. Και μάλιστα ήταν η βασίλισσα της κυψέλης, που συνέχισε να του μιλά. Μπορεί κάποτε να σου φανούμε χρήσιμες.
Ξαφνιασμένο για τρίτη φορά το βασιλόπουλο, άφησε το κούτσουρο, και ξαναπροχώρησε ώσπου έφτασε στο τέρμα του δάσους.
Λίγο πιο πέρα υψωνόταν ένας τεράστιος βράχος, πολύ πλατύς και πολύ ψηλός. Στη κορυφή του υπήρχε ένας πύργος, και το παλικάρι μας κατάλαβε ότι είχε φτάσει στο προορισμό του.
Δοκίμασε να ανέβει από τη μία πλευρά, μα ένας δυνατός άνεμος τον πέταξε πέρα. Δοκίμασε από άλλη πλευρά, μα έπαθε ακριβώς το ίδιο. Έπειτα από πολλές προσπάθειες κατόρθωσε να φτάσει στη κορυφή. Έφτασε στη πόρτα και χτύπησε. Δεν του αποκρίθηκε κανείς.
Άνοιξε και μπήκε σε μια μεγάλη αίθουσα. Δεν συνάντησε κανένα, το ίδιο και στη δεύτερη αίθουσα και στη τρίτη. Κάποια στιγμή έπειτα από μια μεγάλη σκάλα, μπήκε σε ένα χώρο με παράθυρα γύρω-γύρω. 
Εκεί βρήκε τον Άνεμο που διαφέντευε όλους τους αέρηδες.
-Καλησπέρα ξάδερφε, του είπε ο βασιλιάς Άνεμος..... τι μου έφερες;;
-Δεν σου έφερα τίποτα,....απλά ήρθα να πάρω την αδερφή μου που την έκλεψες.....
-Την πήρα γιατί δεν είσαστε άξιοι να την έχετε! 
-Με ποιο δικαίωμα αποφασίζεις από πριν για την αξία μου;; Δοκίμασε με και θα δεις αν αξίζω!!
Ο Άνεμος πήρε αγκαλιά το βασιλόπουλο, και το οδήγησε στην άκρη της τεράστιας λίμνης.
Έβγαλε από το χέρι του το χρυσό του δαχτυλίδι, και με έναν ανεμοστρόβιλο το εκσφενδόνισε στο νερό!!
-Αν ως αύριο το πρωί έχεις βρει το δαχτυλίδι μου, θα μιλήσουμε για την αδελφή σου, αλλιώς θα φύγεις.
Αυτά είπε και πέταξε πίσω στο πύργο του. Το παλικάρι, βημάτιζε στενοχωρημένος πάνω-κάτω, προσπαθώντας να βρει ένα τρόπο για να ψαρέψει το δαχτυλίδι.
Κόντευε να βραδιάσει, και ξαφνικά μια αγριόπαπια προσγειώθηκε δίπλα του.
-Μη πικραίνεσαι,....του είπε...πήγαινε να κοιμηθείς και θα σου φέρω εγώ το δαχτυλίδι.
Έτσι κι έγινε. Το πρωί το δαχτυλίδι βρισκόταν στα χέρια του βασιλόπουλου.
-Δεν ξέρω τι να πω....
-Τίποτα να μη πεις.... όταν κάποιος δείχνει καλοσύνη, αυτή κάποια στιγμή επιστρέφει πίσω σε εκείνον.
Πήγε το δαχτυλίδι στον Άνεμο, κι εκείνος φανερά δυσαρεστημένος του είπε:
-Φαίνεται ότι είσαι άξιος και σε υποτίμησα λίγο.... μα πρέπει να κάνεις και κάτι άλλο για να πάρεις την αδελφή σου πίσω. 
Ανέβασε το βασιλόπουλο στο πιο ψηλό πυργίσκο, κρατώντας στα χέρια του ένα σακί γεμάτο με μικρούς σπόρους λουλουδιών, τους οποίους και σκόρπισε τριγύρω στο βασίλειο του.
-Ως αύριο το πρωί πρέπει να έχεις μαζέψει όλους τους σπόρους, χωρίς να λείπει ούτε ένας.
Αλλιώς θα φύγεις.....είπε και πέταξε μακριά, αφήνοντας το παλικάρι μας μόνο του και απελπισμένο.
Ενόσω προσπαθούσε να σκεφτεί πώς θα μάζευε τους σπόρους, ένα φτερωτό μυρμήγκι ήρθε δίπλα του. 
-Μη χάνεις το κουράγιο σου. Ήρθε η ώρα να σου ξεπληρώσουμε το καλό που έκανες σε μας, κι ας είμαστε τόσο μικροί. Πήγαινε και ξάπλωσε έχοντας εμπιστοσύνη.
Όλο το βράδυ και ολόκληρη τη νύχτα τα μυρμήγκια δούλευαν ακατάπαυστα. Το πρωί είχαν μαζευτεί όλοι οι σπόροι και δεν έλειπε ούτε ένας.
Φεύγοντας το μυρμήγκι είπε στο βασιλόπουλο.
-Ο σεβασμός που θα δείξεις στον μικρό και ασήμαντο, θα σου ξεπληρωθεί διπλός!! Μη το ξεχάσεις ποτέ!!!
Εκείνη τη στιγμή έφτασε και ο Άνεμος, που πραγματικά τα έχασε σαν είδε ότι πράγματι δεν έλειπε ούτε ένας σπόρος.
-Πολύ καλά,....είπε. Σου αξίζει να πάρεις την αδελφή σου.....Έλα μαζί μου και βγήκε με ένα πονηρό ύφος στο πρόσωπο του.
Οδήγησε το βασιλόπουλο σε μία κάμαρη, που μέσα βρίσκονταν δώδεκα κοπέλες ολόιδιες μεταξύ τους. Όλες χαμογέλασαν στο βασιλόπουλο, και του είπαν με ένα στόμα...
-Καλωσόρισες αδελφέ μου!!!
Το βασιλόπουλο δεν ήξερε πραγματικά να πει, ποια ήταν η αδελφή του...
Μα ξαφνικά δίπλα στο αυτί του άκουσε μία φωνή, που δεν προερχόταν από κανέναν άλλον παρά από τη βασίλισσα του μελισσιού.
-Μην ανησυχείς, από τη θερμότητα που παράγει η πραγματική αγάπη, θα καταλάβω ποια είναι η αδελφή σου. Στο κεφάλι αυτής που θα καθίσω αυτή και θα διαλέξεις.
Πραγματικά μόλις έκατσε στο κεφάλι κάποιας από τις κοπέλες, το βασιλόπουλο έτρεξε σήκωσε την αδελφή του τη φίλησε και είπε:
-Αυτή είναι!!!
Ο Άνεμος πραγματικά θύμωσε αλλά δεν μπορούσε να κάνει τίποτα. Τους άφησε να φύγουν και αυτοί έφυγαν τρέχοντας.
Όταν έφτασαν στο δάσος, η μέλισσα του είπε:
-Μην υποτιμάς κανένα! Όλοι σε αυτή τη ζωή μπορούμε να κάνουμε καλό σε κάποιον άλλο.
Όλοι έχουμε τη χρησιμότητα μας κάποια στιγμή.
Τα δύο αδέλφια έφτασαν στη χώρα τους, όπου ο πατέρας οργάνωσε μεγάλες γιορτές, για να γιορτάσει το γυρισμό των δύο παιδιών του. 
Αυτή η περιπέτεια όταν την αφηγήθηκε το βασιλόπουλο έγινε δίδαγμα για όλους.





3 σχόλια:

  1. Φανταστικό παραμύθι με πολλά πολλά διδάγματα!!!!!!!!
    ''Μην υποτιμάς κανένα! Όλοι σε αυτή τη ζωή μπορούμε να κάνουμε καλό σε κάποιον άλλο.''ή ''Ο σεβασμός που θα δείξεις στον μικρό και ασήμαντο, θα σου ξεπληρωθεί διπλός'', ή '' όταν κάποιος δείχνει καλοσύνη, αυτή κάποια στιγμή επιστρέφει πίσω σε εκείνον''!!!!!!!!!!!!!
    Μπράβο σου!!!!!!!!!Ωραία ιστορία!!!!!!
    Καλό βράδυ Μαίρη

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Σ' ευχαριστώ Άννα να είσαι καλά!
    Μακάρι οι διδαχές να πιάνουν τόπο!
    Καλό βράδυ και σε σένα και μια όμορφη εβδομάδα σου εύχομαι!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...