Ήταν Μάης. Ο αέρας φυσούσε ακόμα δροσερός, μα τα δέντρα και οι θάμνοι, τα χωράφια και τα λιβάδια, που είχαν πια στολιστεί με τα λουλούδια τους, φώναζαν όλα μαζί :
-Ήρθε η Άνοιξη!
Και η Άνοιξη έκανε παντού τη δουλειά της.
Αλλού στόλιζε τη μηλιά με τα άσπρα αστράκια των λουλουδιών της, αλλού φούσκωνε τα ροζ μπουμπούκια της ροδακινιάς.
Ήξερε καλά τι όμορφη που ήταν, γιατί η ομορφιά της ήταν ίσα-ίσα αυτά τα μπουμπούκια και τα καταπράσινα φυλλαράκια που σκορπούσε παντού.
Γι' αυτό και δεν απόρησε όταν είδε τη νεαρή κόμισσα, να σταματάει το αμάξι της μπροστά στην ανθισμένη μηλιά, και να λέει πως το δέντρο αυτό, έτσι γεμάτο λουλούδια , είναι σαν την ίδια την Άνοιξη, σε όλη την όμορφη θωριά της.
Η κόμισσα έκοψε ένα ανθισμένο κλαδί, και βάζοντας το κάτω από τη μεταξωτή ομπρέλα της, το πήγε στον πύργο της, με τις ψηλοτάβανες αίθουσες και με τα καταστόλιστα δωμάτια.
Άσπρες κουρτίνες φούσκωναν από τον αέρα στα ανοιχτά παράθυρα, και όμορφα λουλούδια στέκονταν παντού μέσα σε διάφανα βάζα που λαμποκοπούσαν.
Σε ένα από αυτά, που λες κι ήταν σκαλισμένο σε κάτασπρο χιόνι, έβαλαν και το κλαδί της μηλιάς, ανάμεσα σε πρασινάδες. Ήταν τόσο ωραίο που χαιρόσουν να το βλέπεις.
Και τότε το ανθισμένο κλαδί, την έπαθε : το κυρίευσε η περηφάνια.
Κόσμος πολύς είχε μαζευτεί στην αίθουσα την άλλη μέρα, και κάποιοι που ήταν πολύ ανώτεροι, όπως φαινόταν, μπορούσαν και να κάνουν σχόλια για τη διακόσμηση. Άλλοι κοιτούσαν το κλαδί αμίλητοι, κι άλλοι πάλι δεν σταματούσαν να το εγκωμιάζουν. Κι έτσι το κλαδί κατάλαβε, βλέποντας και τους υπηρέτες, και τους καλεσμένους, ότι υπήρχε μεγάλη διαφορά ανάμεσα στους ανθρώπους. Άρα θα πρέπει να υπάρχει κι ανάμεσα στα φυτά....
''Άλλα είναι για την ομορφιά τους, σκεφτόταν, κι άλλα για την τροφή του ανθρώπου...Άλλα πάλι, δεν χρειάζονται τίποτα''.
Και καθώς βρισκόταν κοντά στο παράθυρο, απ'όπου φαινόταν ο κήπος και τα χωράφια, το κλαδί έβλεπε πολλά και διάφορα φυτά, για να μπορεί καλύτερα να βγάζει τις κρίσεις του.
Άλλα φυτά ήταν πλούσια σε λουλούδια και σε καρπό. Άλλα φτωχότερα, κι άλλα πέρα για πέρα μίζερα...
-Τα καημένα τα χορταράκια του κάμπου!..έλεγε μέσα του το κλαδί της μηλιάς. Πόσο διαφέρουν από μένα! Και τι δυστυχισμένα που θα νοιώθουν, όταν συγκρίνουν τον εαυτό τους μαζί μου! Τι διαφορά υπάρχει αλήθεια ανάμεσα μας! Και πρέπει να υπάρχει! Γιατί αλλιώς τι; Θα είμαστε δηλαδή όλοι το ίδιο;
Και το κλαδί της μηλιάς, κοιτούσε με συμπόνια τα μικρά λουλουδάκια που ήταν σκορπισμένα τριγύρω στους κάμπους και στα χαντάκια.
Κανείς δεν τα μάζευε να τα κάνει μπουκέτο, γιατί ήταν συνηθισμένα, λιγότερο όμορφα, ήταν φτωχά και φύτρωναν παντού. Ακόμα κι ανάμεσα στις πλάκες μιας αυλής.
-Καταφρονεμένα χορτάρια!...έλεγε το κλαδί. Δεν φταίτε εσείς βέβαια, για την κατάντια σας. Απλά πρέπει και τα φυτά να είναι όπως οι άνθρωποι. Να υπάρχουν διαφορές ανάμεσα τους!
Τον μονόλογο του, τον άκουσε μια ηλιαχτίδα και του είπε:
-Διαφορά!...είπε η ηλιαχτίδα και φίλησε το κλαδί της μηλιάς και ταυτόχρονα, φίλησε και το κίτρινο λουλουδάκι του κάμπου, έξω εκεί στο χωράφι.
Η ηλιαχτίδα ερχόταν από πολύ ψηλά κι όλα ήταν το ίδιο γι' αυτήν!
Το κλαδί δεν είχε σκεφτεί ποτέ του, την απέραντη αυτή αγάπη του Θεού, για κάθε τι που υπάρχει και ζει στη γη...Ούτε και σκέφτηκε ποτέ του, όλες εκείνες τις ομορφιές κι όλες εκείνες τις αρετές, που μένουν κρυμμένες, από τον πολύ κόσμο...
Η ηλιαχτίδα όμως τα ήξερε όλα αυτά, κι είπε στο κλαδί :
-Εσύ δεν βλέπεις μακριά, κι ούτε βλέπεις καθαρά. Ποιο είναι εκείνο το καταφρονεμένο χορτάρι που είπες;
-Ας πούμε το ραδίκι! αποκρίθηκε το κλαδί. Κανένας δεν το κάνει μπουκέτο και δεν το βάζει σε ένα βάζο να το θαυμάζει. Το ποδοπατούν όλοι, γιατί είναι παντού, στους δρόμους και στα αυλάκια.
Κι οι σπόροι του σαν ωριμάσουν, πετάνε στον αέρα, σαν χνούδι!... Κι αυτό το ζιζάνιο έχει την αξίωση να ζει! Τι ευτυχισμένο που είμαι γιατί δεν γεννήθηκα ραδίκι!
Εκείνη τη στιγμή, μια παρέα παιδιών, βγήκαν να παίξουν στο χωράφι. Το μικρότερο από αυτά ήταν μωρό ακόμα και το κουβαλούσε στα χέρια η μεγαλύτερη αδελφή του.
Όταν η μικρή το ακούμπησε κάτω, ανάμεσα στα κίτρινα λουλουδάκια, το μικρό έκανε φοβερές χαρές! Χτυπούσε τα ποδαράκια του, έκοβε τα κίτρινα λουλουδάκια και τα φιλούσε γελώντας...
Τα μεγαλύτερα παιδιά, μάζευαν κι αυτά τα κίτρινα λουλούδια και τα έπλεκαν σε πλεξούδες, που ύστερα τις φορούσαν γύρω από το λαιμό τους και στους ώμους ή στο κεφάλι.
Όσα λουλούδια είχαν μαραθεί, τα έκοβαν προσεκτικά, και φυσούσαν ύστερα το χνουδάτο κεφαλάκι τους, έτσι που να σκορπίζουν στον άνεμο, τους χνουδωτούς σπόρους τους, που λικνίζονταν στον αέρα και πετούσαν μακριά.
Έτσι τα καταφρονεμένα λουλούδια χάριζαν στα παιδιά αγαλλίαση και χαρά.
Τα βλέπεις; ...ρώτησε η ηλιαχτίδα το κλαδί της μηλιάς. Βλέπεις πόση ομορφιά και χάρη έχουν, όταν ξέρεις να τα κοιτάξεις;
-Ναι για τα μωρά παιδιά όμως!..αποκρίθηκε με σαρκασμό το κλαδί της μηλιάς.
Στο χωράφι τώρα φάνηκε μια γριά. Με ένα κοφτερό μαχαίρι, έκοβε τα χόρτα και τα μάζευε σε ένα πανέρι. Ήθελε να τα βράσει για φαγητό και ίσως να πουλήσει όσα θα περίσσευαν....
-Ναι μα η ομορφιά είναι ανώτερη από τα φαγητό....έλεγε τώρα το κλαδί. Η ομορφιά και η καλή θέση είναι για τους διαλεχτούς! Αυτή είναι η διαφορά! Και πρέπει ξέρεις να υπάρχει η διαφορά αυτή ανάμεσα στα φυτά, όπως ακριβώς υπάρχει κι ανάμεσα στους ανθρώπους!
Μάταια η ηλιαχτίδα του μιλούσε για την απέραντη αγάπη και σύνεση του Θεού, που αγκαλιάζει όλα τα πλάσματα του κόσμου, καθώς το καθένα έχει τον σκοπό ύπαρξης σε αυτή την πλάση. Αλλά ωστόσο όλα τα ζωντανά φτιάχτηκαν με ισότητα μπροστά στον χρόνο και στην αιωνιότητα.
-Αυτά τα λες μονάχα εσύ!...είπε το κλαδί.
Εκείνη τη στιγμή, μπήκε μέσα στην αίθουσα, μαζί με πολλούς άλλους καλεσμένους, και η όμορφη κόμισσα. Κρατούσε στο χέρι της με μεγάλη προσοχή κάτι φυλλαράκια, που τύλιγαν το λουλούδι έτσι, ώστε να μη φαίνεται καθόλου.
Το κλαδί της μηλιάς απόρησε.
''Τι λουλούδι είναι άραγε αυτό, για να το κρατά με περισσότερη προσοχή από αυτή που κρατούσε εμένα;''
Η κόμισσα εξέταζε προσεκτικά τα φυλλαράκια. Και τότε ξεπρόβαλε από μέσα το λεπτό, χνουδωτό σπορολούλουδο της ραδικιάς!
Η κόμισσα εξετάζοντας το, που τόσο εύκολα διαλυόταν στην πρώτη πνοή του αέρα και γινόταν μικρά αιωρούμενα αλεξίπτωτα, είπε:
-Τι θαυμάσια που έχουν φτιαχτεί όλα....Θα το βάλω στο ίδιο βάζο με το κλαδί της μηλιάς, για να τα ζωγραφίσω και τα δύο μαζί.. Γιατί όσο κι αν διαφέρουν μεταξύ τους, είναι το ίδιο αξιοθαύμαστα και τα δύο, το καθένα με τον τρόπο του! Το ένα φανταχτερό, και όμορφο, και το άλλο με μια σεμνή και άσπιλη ομορφιά της απλότητας, μα τόσο μελετημένα φτιαγμένη.
Η ηλιαχτίδα φιλούσε τώρα το κλαδί, μα και το σεμνό χορταράκι του κάμπου, που ήταν βαλμένα στο ίδιο βάζο...
Και για μια στιγμή, της φάνηκε τάχα, πως τα πράσινα φυλλαράκια της μηλιάς που είχε παρακολουθήσει τα λόγια της κόμισσας αμίλητο, ...είχαν κοκκινίσει λιγάκι από την ντροπή τους!
-Ήρθε η Άνοιξη!
Και η Άνοιξη έκανε παντού τη δουλειά της.
Αλλού στόλιζε τη μηλιά με τα άσπρα αστράκια των λουλουδιών της, αλλού φούσκωνε τα ροζ μπουμπούκια της ροδακινιάς.
Ήξερε καλά τι όμορφη που ήταν, γιατί η ομορφιά της ήταν ίσα-ίσα αυτά τα μπουμπούκια και τα καταπράσινα φυλλαράκια που σκορπούσε παντού.
Γι' αυτό και δεν απόρησε όταν είδε τη νεαρή κόμισσα, να σταματάει το αμάξι της μπροστά στην ανθισμένη μηλιά, και να λέει πως το δέντρο αυτό, έτσι γεμάτο λουλούδια , είναι σαν την ίδια την Άνοιξη, σε όλη την όμορφη θωριά της.
Η κόμισσα έκοψε ένα ανθισμένο κλαδί, και βάζοντας το κάτω από τη μεταξωτή ομπρέλα της, το πήγε στον πύργο της, με τις ψηλοτάβανες αίθουσες και με τα καταστόλιστα δωμάτια.
Άσπρες κουρτίνες φούσκωναν από τον αέρα στα ανοιχτά παράθυρα, και όμορφα λουλούδια στέκονταν παντού μέσα σε διάφανα βάζα που λαμποκοπούσαν.
Σε ένα από αυτά, που λες κι ήταν σκαλισμένο σε κάτασπρο χιόνι, έβαλαν και το κλαδί της μηλιάς, ανάμεσα σε πρασινάδες. Ήταν τόσο ωραίο που χαιρόσουν να το βλέπεις.
Και τότε το ανθισμένο κλαδί, την έπαθε : το κυρίευσε η περηφάνια.
Κόσμος πολύς είχε μαζευτεί στην αίθουσα την άλλη μέρα, και κάποιοι που ήταν πολύ ανώτεροι, όπως φαινόταν, μπορούσαν και να κάνουν σχόλια για τη διακόσμηση. Άλλοι κοιτούσαν το κλαδί αμίλητοι, κι άλλοι πάλι δεν σταματούσαν να το εγκωμιάζουν. Κι έτσι το κλαδί κατάλαβε, βλέποντας και τους υπηρέτες, και τους καλεσμένους, ότι υπήρχε μεγάλη διαφορά ανάμεσα στους ανθρώπους. Άρα θα πρέπει να υπάρχει κι ανάμεσα στα φυτά....
''Άλλα είναι για την ομορφιά τους, σκεφτόταν, κι άλλα για την τροφή του ανθρώπου...Άλλα πάλι, δεν χρειάζονται τίποτα''.
Και καθώς βρισκόταν κοντά στο παράθυρο, απ'όπου φαινόταν ο κήπος και τα χωράφια, το κλαδί έβλεπε πολλά και διάφορα φυτά, για να μπορεί καλύτερα να βγάζει τις κρίσεις του.
Άλλα φυτά ήταν πλούσια σε λουλούδια και σε καρπό. Άλλα φτωχότερα, κι άλλα πέρα για πέρα μίζερα...
-Τα καημένα τα χορταράκια του κάμπου!..έλεγε μέσα του το κλαδί της μηλιάς. Πόσο διαφέρουν από μένα! Και τι δυστυχισμένα που θα νοιώθουν, όταν συγκρίνουν τον εαυτό τους μαζί μου! Τι διαφορά υπάρχει αλήθεια ανάμεσα μας! Και πρέπει να υπάρχει! Γιατί αλλιώς τι; Θα είμαστε δηλαδή όλοι το ίδιο;
Και το κλαδί της μηλιάς, κοιτούσε με συμπόνια τα μικρά λουλουδάκια που ήταν σκορπισμένα τριγύρω στους κάμπους και στα χαντάκια.
Κανείς δεν τα μάζευε να τα κάνει μπουκέτο, γιατί ήταν συνηθισμένα, λιγότερο όμορφα, ήταν φτωχά και φύτρωναν παντού. Ακόμα κι ανάμεσα στις πλάκες μιας αυλής.
-Καταφρονεμένα χορτάρια!...έλεγε το κλαδί. Δεν φταίτε εσείς βέβαια, για την κατάντια σας. Απλά πρέπει και τα φυτά να είναι όπως οι άνθρωποι. Να υπάρχουν διαφορές ανάμεσα τους!
Τον μονόλογο του, τον άκουσε μια ηλιαχτίδα και του είπε:
-Διαφορά!...είπε η ηλιαχτίδα και φίλησε το κλαδί της μηλιάς και ταυτόχρονα, φίλησε και το κίτρινο λουλουδάκι του κάμπου, έξω εκεί στο χωράφι.
Η ηλιαχτίδα ερχόταν από πολύ ψηλά κι όλα ήταν το ίδιο γι' αυτήν!
Το κλαδί δεν είχε σκεφτεί ποτέ του, την απέραντη αυτή αγάπη του Θεού, για κάθε τι που υπάρχει και ζει στη γη...Ούτε και σκέφτηκε ποτέ του, όλες εκείνες τις ομορφιές κι όλες εκείνες τις αρετές, που μένουν κρυμμένες, από τον πολύ κόσμο...
Η ηλιαχτίδα όμως τα ήξερε όλα αυτά, κι είπε στο κλαδί :
-Εσύ δεν βλέπεις μακριά, κι ούτε βλέπεις καθαρά. Ποιο είναι εκείνο το καταφρονεμένο χορτάρι που είπες;
-Ας πούμε το ραδίκι! αποκρίθηκε το κλαδί. Κανένας δεν το κάνει μπουκέτο και δεν το βάζει σε ένα βάζο να το θαυμάζει. Το ποδοπατούν όλοι, γιατί είναι παντού, στους δρόμους και στα αυλάκια.
Κι οι σπόροι του σαν ωριμάσουν, πετάνε στον αέρα, σαν χνούδι!... Κι αυτό το ζιζάνιο έχει την αξίωση να ζει! Τι ευτυχισμένο που είμαι γιατί δεν γεννήθηκα ραδίκι!
Εκείνη τη στιγμή, μια παρέα παιδιών, βγήκαν να παίξουν στο χωράφι. Το μικρότερο από αυτά ήταν μωρό ακόμα και το κουβαλούσε στα χέρια η μεγαλύτερη αδελφή του.
Όταν η μικρή το ακούμπησε κάτω, ανάμεσα στα κίτρινα λουλουδάκια, το μικρό έκανε φοβερές χαρές! Χτυπούσε τα ποδαράκια του, έκοβε τα κίτρινα λουλουδάκια και τα φιλούσε γελώντας...
Τα μεγαλύτερα παιδιά, μάζευαν κι αυτά τα κίτρινα λουλούδια και τα έπλεκαν σε πλεξούδες, που ύστερα τις φορούσαν γύρω από το λαιμό τους και στους ώμους ή στο κεφάλι.
Όσα λουλούδια είχαν μαραθεί, τα έκοβαν προσεκτικά, και φυσούσαν ύστερα το χνουδάτο κεφαλάκι τους, έτσι που να σκορπίζουν στον άνεμο, τους χνουδωτούς σπόρους τους, που λικνίζονταν στον αέρα και πετούσαν μακριά.
Έτσι τα καταφρονεμένα λουλούδια χάριζαν στα παιδιά αγαλλίαση και χαρά.
Τα βλέπεις; ...ρώτησε η ηλιαχτίδα το κλαδί της μηλιάς. Βλέπεις πόση ομορφιά και χάρη έχουν, όταν ξέρεις να τα κοιτάξεις;
-Ναι για τα μωρά παιδιά όμως!..αποκρίθηκε με σαρκασμό το κλαδί της μηλιάς.
Στο χωράφι τώρα φάνηκε μια γριά. Με ένα κοφτερό μαχαίρι, έκοβε τα χόρτα και τα μάζευε σε ένα πανέρι. Ήθελε να τα βράσει για φαγητό και ίσως να πουλήσει όσα θα περίσσευαν....
-Ναι μα η ομορφιά είναι ανώτερη από τα φαγητό....έλεγε τώρα το κλαδί. Η ομορφιά και η καλή θέση είναι για τους διαλεχτούς! Αυτή είναι η διαφορά! Και πρέπει ξέρεις να υπάρχει η διαφορά αυτή ανάμεσα στα φυτά, όπως ακριβώς υπάρχει κι ανάμεσα στους ανθρώπους!
Μάταια η ηλιαχτίδα του μιλούσε για την απέραντη αγάπη και σύνεση του Θεού, που αγκαλιάζει όλα τα πλάσματα του κόσμου, καθώς το καθένα έχει τον σκοπό ύπαρξης σε αυτή την πλάση. Αλλά ωστόσο όλα τα ζωντανά φτιάχτηκαν με ισότητα μπροστά στον χρόνο και στην αιωνιότητα.
-Αυτά τα λες μονάχα εσύ!...είπε το κλαδί.
Εκείνη τη στιγμή, μπήκε μέσα στην αίθουσα, μαζί με πολλούς άλλους καλεσμένους, και η όμορφη κόμισσα. Κρατούσε στο χέρι της με μεγάλη προσοχή κάτι φυλλαράκια, που τύλιγαν το λουλούδι έτσι, ώστε να μη φαίνεται καθόλου.
Το κλαδί της μηλιάς απόρησε.
''Τι λουλούδι είναι άραγε αυτό, για να το κρατά με περισσότερη προσοχή από αυτή που κρατούσε εμένα;''
Η κόμισσα εξέταζε προσεκτικά τα φυλλαράκια. Και τότε ξεπρόβαλε από μέσα το λεπτό, χνουδωτό σπορολούλουδο της ραδικιάς!
Η κόμισσα εξετάζοντας το, που τόσο εύκολα διαλυόταν στην πρώτη πνοή του αέρα και γινόταν μικρά αιωρούμενα αλεξίπτωτα, είπε:
-Τι θαυμάσια που έχουν φτιαχτεί όλα....Θα το βάλω στο ίδιο βάζο με το κλαδί της μηλιάς, για να τα ζωγραφίσω και τα δύο μαζί.. Γιατί όσο κι αν διαφέρουν μεταξύ τους, είναι το ίδιο αξιοθαύμαστα και τα δύο, το καθένα με τον τρόπο του! Το ένα φανταχτερό, και όμορφο, και το άλλο με μια σεμνή και άσπιλη ομορφιά της απλότητας, μα τόσο μελετημένα φτιαγμένη.
Η ηλιαχτίδα φιλούσε τώρα το κλαδί, μα και το σεμνό χορταράκι του κάμπου, που ήταν βαλμένα στο ίδιο βάζο...
Και για μια στιγμή, της φάνηκε τάχα, πως τα πράσινα φυλλαράκια της μηλιάς που είχε παρακολουθήσει τα λόγια της κόμισσας αμίλητο, ...είχαν κοκκινίσει λιγάκι από την ντροπή τους!
Kαλημέρα....Όμορφη η ιστορία σου και διδακτική....Αν και σαν το κλαδί της μηλιάς έτσι σκέφτονται οι περισσότεροι άνθρωποι. Δυστυχώς, υπάρχει διαφορά στον κόσμο μας........
ΑπάντησηΔιαγραφήΝαι δυστυχώς υπάρχει! Παρότι τις διαφορές τις κάνουμε εμείς έντονες!
Διαγραφήestou retribuindo a sua visita e ja estou seguindo vc
ΑπάντησηΔιαγραφήlindo o seu blog
http://paposeriodemulher.blogspot.com/
bjs
Obrigado e retribuo
ΔιαγραφήΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΚΑΛΟ ΠΑΣΧΑ ΜΕ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΦΩΤΙΣΗ!!!!!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΟι ευχές μου για σένα μέσα από τη καρδιά μου!
Διαγραφήπαραμυθενιο το μπλογκ σου!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣ' ευχαριστώ πάρα πολύ! Να είσαι καλά!
Διαγραφή