Κυριακή 9 Δεκεμβρίου 2012

Περιμένοντας τα Χριστούγεννα!!!

Σήμερα το πρωί, η μαμά είναι χαρούμενη! Τριγυρίζει σε όλο το σπίτι και σιγοτραγουδάει.
''Ο αέρας, ο αέρας του χειμώνα!!''
Πηγαίνει στο δωμάτιο των παιδιών, και τα ξυπνάει με ένα ζεστό φιλί!
Έχει ένα κοριτσάκι την Αννούλα, και ένα αγόρι τον Κωνσταντίνο!
Υπέροχα παιδιά και τα δύο, που τα λατρεύει και που έχουν αδυναμία στη μαμά τους!
Την ώρα που τα ξυπνάει, περιμένει με αγωνία να τους δείξει την έκπληξη που τους έφτιαξε!
''Παιδιά μου, τους λέει... σε λίγο καιρό έχουμε Χριστούγεννα, κι έτσι θα αρχίσουμε να μετράμε τις μέρες που έμειναν, μέχρι τον εορτασμό του Άι-Βασίλη.''
''Για να σας βοηθήσω, σας ετοίμασα μια έκπληξη, ....τρέξτε γρήγορα στο σαλόνι!''
Η Αννούλα και ο Κωνσταντίνος, σηκώνονται γρήγορα από τα κρεβάτια τους, κατεβαίνουν την σκάλα, και ανοίγουν την πόρτα καρδιοχτυπώντας.
Γύρω - γύρω, σε όλους τους τοίχους του σαλονιού, είναι απλωμένη μια τεράστια κρεμαστή γιρλάντα.
Ανάμεσα στα φύλλα της, πράσινα και κόκκινα ζαχαρωτά, κρέμονται πλάι σε κόκκινα βελούδινα σακουλάκια. Κάθε σακουλάκι, έχει πάνω του κεντημένο ένα χρυσό αριθμό, και είναι δεμένο με ασημένια κορδέλα, από όπου κρέμεται μια κάρτα.
Η Αννούλα δεν πιστεύει στα μάτια της.
''Είναι δώρο από τον Άγιο Βασίλη;''...ρωτάει ο Κωνσταντίνος.
''Όχι! ...Είναι το Χριστουγεννιάτικο ημερολόγιο που σας έφτιαξα..'' τους εξηγεί η μαμά.
Έβαλαν τις φωνές όλο χαρά τα παιδιά.
''Κάθε μέρα θα ανοίγετε ένα σακουλάκι, και θα διαβάζετε μία κάρτα, μετρώντας ανάποδα''.
''Ας πούμε, θέλουμε ακόμα για τα Χριστούγεννα, 24 μέρες. Θα διαβάσετε την κάρτα που κρέμεται από το σακουλάκι με το νούμερο 24, και αυτό θα ανοίξετε για να δείτε την έκπληξη που κρύβει μέσα''.
''Πρέπει να ξεκινήσουμε από σήμερα. Εγώ θα ανοίξω πρώτη φωνάζει η Αννούλα, κι εγώ θα διαβάσω την κάρτα φωνάζει ο Κωνσταντίνος''.
Η Αννούλα ξεκρεμάει το πρώτο σακουλάκι, με τον αριθμό 24 και δίνει την κάρτα στον Κωνσταντίνο, να τη διαβάσει.
Η κάρτα γράφει: '' Είσαι ένα σωστό αγγελούδι! Το δικό μου αγγελούδι! Κι όπως κάθε καλό παιδάκι, δες την πρώτη σου έκπληξη!''
Η Αννούλα ανοίγει το πρώτο σακουλάκι, και μέσα ανακαλύπτει έναν όμορφο χρυσό άγγελο, με ολόχρυσα φτερά. Χαρούμενα τα παιδιά αποφασίζουν να το κρεμάσουν στο δέντρο τους.
Ο Κωνσταντίνος χειροκροτεί.
''Αύριο είναι η σειρά μου!.. Σ' ευχαριστούμε μαμά, είσαι η καλύτερη μανούλα του κόσμου! Έτσι θα περιμένουμε πιο εύκολα τα Χριστούγεννα..'' και όρμησαν στη πιο ζεστή αγκαλιά του κόσμου, ...στην αγαπημένη αγκαλιά της μητέρας τους...!!!

Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2012

Όλυμπος!...Το βουνό των Θεών!...

Όταν επικράτησε πάλι η ειρήνη, ο Δίας διάλεξε για κατοικία του, το πιο ψηλό βουνό της Ελλάδας τον Όλυμπο, και στην κορυφή του έκτισε, ένα πανώριο παλάτι.
Στην πιο λαμπρή αίθουσα του παλατιού δέσποζε ο θρόνος του, από χρυσάφι, ελαφαντόδοντο και πετράδια.
Εκεί ζούσαν και οι υπόλοιποι Θεοί, μέσα στις απολαύσεις και την ευδαιμονία.
Κάθε αυγή, η Ηώς, ανέβαινε με το άρμα της στον Όλυμπο, για να φέρει το φως της ημέρας, ενώ η Ήβη, η Θεά της νιότης, πρόσφερε στους Θεούς, νέκταρ και αμβροσία.
Σε ένα άλλο ανάκτορο, λίγο μακρύτερα, ζούσαν οι τρεις Μοίρες, η Κλωθώ, η Λάχεση και η Άτροπος.
Οι τρεις θεότητες του πεπρωμένου, έκλωθαν τις ζωές των ανθρώπων με χρυσές και μαύρες κλωστές.
Χρυσές για τις ευτυχισμένες μέρες και μαύρες για τις ημέρες των βασάνων.
Η Κλωθώ, έγνεθε το νήμα της ζωής, η Λάχεση μοίραζε αυτό που ήταν γραφτό να λάχει στον καθένα, και η Άτροπος, όταν μια ζωή έφτανε στο τέλος της, έσπαγε την κλωστή και τότε κάποιος θνητός στη γη πέθαινε.
Ο καθένας μας έχει κάποιο ρόλο στη ζωή, μια αποστολή που πρέπει με όλες μας τις δυνάμεις, να την εκπληρώσουμε, για το καλό μας και για το καλό των άλλων.
Ο Δίας κατέβηκε κάποτε στη γη να βρει σύζυγο.
Στην Εύβοια, ζούσε μαζί με την παραμάνα της, τη Μάκριδα, μια πανέμορφη κοπέλα με θεική καταγωγή, η Ήρα. Ο Δίας εμφανίστηκε μπροστά της και της ζήτησε να γίνει γυναίκα του.
Γοητευμένη εκείνη, δέχτηκε.
Οι γάμοι τους έγιναν με λαμπρότητα και οι Θεοί καλοδέχτηκαν τη νέα τους βασίλισσα.
Ο Δίας και η Ήρα αγαπιόνταν αλλά η ζωή τους δεν ήταν πάντα ανέφελη.
Ο βασιλιάς των θεών, ήταν παρορμητικός και οξύθυμος και η γυναίκα του καχύποπτη και ζηλιάρα.
Πρέπει να εμπιστευόμαστε αυτούς που αγαπάμε, και να μη ζηλεύουμε την ελευθερία τους και την ευτυχία τους.
Συχνά όμως ξεσπούσαν καβγάδες ανάμεσα στο ζευγάρι.  Κάποτε μάλιστα η Ήρα, θύμωσε τόσο, που έφυγε από τον Όλυμπο.
Ο Δίας αναρωτιόταν, πώς μπορούσε να ξαναφέρει κοντά του την Ήρα, όταν θυμήθηκε τον Κιθαιρώνα, που διακρινόταν για την ευφυία του.
Του εξιστόρησε τι είχε συμβεί, και εκείνος σκέφτηκε το ακόλουθο τέχνασμα.
Έφτιαξε μια πανέμορφη ξύλινη κούκλα σε μέγεθος γυναίκας. Την έντυσε με υπέροχα ρούχα και την τοποθέτησε σε μια άμαξα, που την έσερναν ολόλευκα βόδια με μεγάλα κέρατα.
Από μακριά, η κούκλα έμοιαζε με αληθινή γυναίκα.
Ο Κιθαιρώνας, άρχισε τότε να γυρίζει εδώ κι εκεί, διαλαλώντας ότι μετέφερε την καινούργια μνηστή του Δία.
Ένα πρωί η Μάκριδα, η πιστή παραμάνα της Ήρας, άκουσε τα μαντάτα και της τα μετέφερε.
Η οργή της θεάς ήταν μεγάλη. Ξεχύθηκε στους αγρούς και πρόφτασε την άμαξα, κι όπως ήταν τυφλωμένη από οργή, κι από ζήλια, ξέσκισε το νυφικό φόρεμα της κούκλας και το πέπλο που έκρυβε το πρόσωπο της. Κατάπληκτη τότε ανακάλυψε το ξύλινο ομοίωμα.
Κατάλαβε ότι ο Δίας, ήθελε να της δείξει τα αισθήματα του, και να συμφιλιωθεί μαζί της.
Αφοπλισμένη από το έξυπνο τέχνασμα, πήρε τη θέση της κούκλας και ο Κιθαιρώνας τη γύρισε στον Όλυμπο, κοντά στον Δία.
Κι όλα αυτά γιατί πολλές φορές, ξεγελάμε τον ίδιο τον εαυτό μας με τις σκέψεις μας. Και δεν συνειδητοποιούμε ότι μας αγαπούν, παρά μόνο αν μας το πουν με λόγια ή με πράξεις.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...